Γεώργιος Δροσίνης , Τὰ πρωτοβρόχια |
|
Μὲ τὰ πρωτοβρόχια θἄρθουν τὰ μηνύματα |
τοῦ χειμώνα: τὸ ποτάμι θὰ θολώσει, |
θὰ τριζοβολοῦν ξερὰ τὰ πλατανόφυλλα |
θὰ κρυώσει ἡ νύχτα καὶ θὰ μεγαλώσει. |
|
Θὰ δροσοσταλάζουν κόκκινα τὰ κούμαρα, |
κυκλαμιὲς θ᾿ ἀνθοῦν στὸ χῶμα ταίρια ταίρια, |
θὰ καπνίζουν σφαλιστὰ τὰ χωριατόσπιτα |
καὶ θ᾿ ἀρχίσουν τὰ σπιτιάτικα νυχτέρια. |
|
Θὰ σωπάσει ὁ τζίτζικας κι ἑτοιμοτάξιδα |
γι᾿ ἄλλων τόπων ἄνοιξη, μακριὰ ἀπ᾿ τὰ χιόνια |
βράδυ βράδυ ὡς τὰ μεσούρανα θὰ χύνονται |
μαῦροι φτερωτοὶ σταυροὶ τὰ χελιδόνια. |
|
Ὦ χαρά μας! τὸ χειμώνα θὰ προσμένομε, |
δίχως πάγους καὶ χιονιὲς νὰ φοβηθοῦμε: |
τὴ ζωή μας τὸ στερνὸ ταξίδι ἐκάναμε |
καὶ τὴν ἄνοιξη ἄλλων τόπων δὲν ποθοῦμε. |
|
Verfasser dieses grekaGedichtes ist Γεώργιος Δροσίνης (*1859-12-09 - †1951-01-03). |